ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΑΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ. ΤΟ ΑΒΑΣΤΑΚΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΧΑΟΣ

Παναγιώτης Ήφαιστος

Όταν μιλάμε ή γράφουμε για τον «φιλελευθερισμό» ή τους «αστούς» χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή. Οι γραμμικές γενικεύσεις δεν οδηγούν σε ορθολογιστικά πολιτικά αποτελέσματα. Όταν μιλάμε για αστούς και αστικοφιλελεύθερους, πρέπει να γνωρίζουμε ότι, αντίστοιχα με τους μαρξιστές, υπάρχουν εκατοντάδες ρεύματα και αποχρώσεις. Μεταξύ πολλών άλλων:

  • Διαφορετικές κρατικές θεωρίες των δυτικών φιλελεύθερων κρατών.
  • Διαφορετικές ιεραρχήσεις ανάλογα με την εξέλιξη των ιδεολογικών δογμάτων σε πεδία ανάμεικτων παραδοχών.
  • Αναρίθμητα θεσμικά κατασκευαστικά δόγματα κάθε είδους απελπιστικά γραμμικά και ανθρωπολογικά στενόχωρα.
  • Μείγματα εθνικισμού, πατριωτισμού, ρατσισμού, διεθνιστικοεθνικισμού και διεθνοσοβινισμού. [Η έννοια αστός και αστικοφιλελεύθερος εάν σήμερα έχει κάποιο νόημα, πάντως, συναρτάται με την συγκρότηση του νεοτερικού κυρίαρχου και εδαφικά οριοθετημένου κράτους τον 18ο και 19ο αιώνα και είναι συνυφασμένος αφενός με τον αστικοφιλελεύθερο πατριωτισμό που κυμαίνεται από εθνικισμό μέχρι αγνή φιλοπατρία και αφετέρου είναι εξ ορισμού και προγραμματικά αντί-διεθνιστικός και αντί-κοσμοπολίτικος.]
  • Παραδοχές για «εταιρικές» «πολιτικές ρυθμίσεις» συνήθως εδρασμένες στον ωφελιμισμό και στην προσδοκία μιας γραμμικής οικονομικής ανθρωπολογίας ατομικιστικά κινούμενη.
  • Υλιστικές παραδοχές της πολιτικής ανθρωπολογίας.
  • Ακατάστατα μείγματα όλων των μοντερνιστικών ιδεολογιών κυρίως στο αχανές διαφοροποιημένο κονστρουκτιβιστικό πεδίο,
  • Αναμείξεις των πιο πάνω και άλλων παραδοχών με ζητήματα της διεθνούς πολιτικής όπως οι νεοφιλελεύθεροι των οποίων η οικονομική θεωρία είναι ευθέως συνδεδεμένη με την εφήμερη μεταψυχροπολεμική ηγεμονική Αμερικανική δεσπόζουσα θέση (δεν αναφέρω τις μορφικά πανομοιότυπες αντίστοιχες παραδοχές καθότι αφότου καταλύθηκε η ΕΣΣΔ σχεδόν εξαφανίστηκαν)
  • Παραδοχές που αναμιγνύουν θεσμικές θεωρήσεις που εκτείνονται από σκληρούς οικονομικούς θεσμούς μέχρι πολιτικά αδιάφορους οργανισμούς μέλη των οποίων είναι περιφερόμενοι«μη κυβερνητικοί οργανισμοί» (που πολλοί τους συναρτούν με την παράκρουση που ακούει στην διαστρεμμένη λέξη «παγκοσμιοποίηση» (διαστρεμμένη γιατί πλανητικοποίηση έχουμε και όχι παγκοσμιοποίηση που προϋποθέτει παγκόσμια κοινωνία) και που αφορά πρωτίστως κυβερνητικά χρηματοδοτούμενους … μη κυβερνητικούς οργανισμούς)
  • θεμελιώδης διάκριση μεταξύ Δαρβινιστικών παραδοχών και αντίθετων που θέλουν φορά κίνησης προς άμεση δημοκρατία με ολοένα περισσότερους ελέγχους και εξισορροπήσεις,
  • Και τα λοιπά που θα χρειάζονταν εκατοντάδες σελίδες για να συνοψιστεί το απίστευτο ιδεολογικό χάος και το στοχαστικό μπέρδεμα του Ψυχρού Πολέμου και της μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Στο σημείο αυτό μια μόνο πρόσθετη επισήμανση στην οποία δεν επεκτείνομαι γιατί την έχω αναλύσει αλλού: Γνώση, ακόμη και στοιχειώδης, της μετάβασης από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό (βλ. την εξαντλητική επιβλητική περιγραφή και ερμηνεία του Παναγιώτη Κονδύλη στο «Η παρακμή του Αστικού πολιτισμού») που συμβολίζεται με ένα θολό ιστορικό σύνορο («γύρω στο 1900»), μας πληροφορεί ότι η μαζικοπαραγωγή και η μαζικοκατανάλωση μαζί και η αστικοποίηση και οι βαθύτατες προεκτάσεις τους στα πεδία, μεταξύ άλλων, της τέχνης, της αισθητικής, των ερωτικών σχέσεων και της οικογένειας, καθιστούν όλα τα ιδεολογικά δόγματα του παρελθόντος απολύτως ξεπερασμένα. Μεταμοντερνισμό έχουμε ο οποίος μονολεκτικά διατυπωμένος σημαίνει ανθρωπολογική συρρίκνωση για να χωρέσουν τα άτομα μέσα σε ανθρωπολογικά στενόχωρους διοικητικούς θεσμούς και για να προσαρμοστούν στις λειτουργιστικές ανάγκες της μαζικής παραγωγής, της μαζικής κατανάλωσης και της αστικοποίησης. Η ζωή πέραν, από κάτω και υπεράνω των παρωχημένων ιδεολογικών αγώνων του τελευταίων αιώνων είναι κατά βάση μια διαπάλη μεταξύ αυτών των μεταμοντέρνων τάσεων και όσων μελών των κοινωνιών αντιστέκονται και αγωνίζονται για ουσίες και νοήματα που προσδίδουν υπόσταση στους ανθρώπους ως άτομα και  ως συλλογικές οντότητες.
Αν κάποιοι αναμασούν ιδεολογικά δόγματα επικαλούμενοι διάφορες ονοματολογίες, κυρίως στα πανεπιστήμια, οφείλεται α) στην κεκτημένη ταχύτητα των επενδυμένων πανεπιστημιακών σπουδών και β) στο γεγονός ότι η μεταμφίεση των αξιώσεων ισχύος των δύο υπερδυνάμεων του Ψυχρού Πολέμου άφησε αποτυπώματα και μονοπάτια μέσα στα οποία πολλοί ακόμη περιπλανούνται.
Ακόμη πιο σημαντικό, δισεκατομμύρια άνθρωποι οι οποίοι μετά το 1990 εγείρονται αξιώνοντας πολιτική συγκρότηση σύμφωνα με την ιστορική  κοινωνική ετερότητά τους, ούτε γνωρίζουν ούτε θέλουν να γνωρίζουν το παραμικρό από τις δικές μας παρωχημένες συζητήσεις της εποχής των δουλοπαροίκων.
Για όλους, υποστηρίξαμε σε άλλη περίπτωση εκτενώς, το ζήτημα δεν είναι η επαναφορά των ιδεολογιών αλλά η επαναφορά της Δημοκρατίας ως Ελευθερίας. Φορά κίνησης προς κατευθύνσεις όπου ο πολίτης είναι ολοένα και περισσότερο εντολέας της εντολοδόχου διακυβέρνησης και όπου οι πολίτες παλεύουν ακατάπαυστα για ατομική, κοινωνική και πολιτική ελευθερία.
Η πολιτική ελευθερία εξάλλου δεν είναι σύμβαση ενός κοινωνικά διαιρεμένου κράτους μεταξύ εξουσίας και δουλοπαροίκων που διαθέτουν «δικαιώματα» (τα οποία τους αρπάζει ο κάθε τυχάρπαστος τεχνοκράτης όποτε του δοθεί η ευκαιρία) αλλά αξίωση θεμελιωμένη στην πολιτικοανθρωπολογική ετερότητα κάθε κοινωνικής οντότητας. Η δε συλλογική ελευθερία (Εθνική Ανεξαρτησία) είναι εκείνη η προϋπόθεση για την οποία δεν χωρούν συμβιβασμοί γιατί χωρίς αυτή δεν είναι εφικτό το δημοκρατικό άθλημα των αξιώσεων πολιτικής ελευθερίας.
Έτσι σταθμίζεται, μετριέται και εκτιμάται η Δημοκρατία κα όχι με όρους καθεστωτικών ονοματολογιών που ποτέ δεν υπήρξαν ή με όρους ιδεολογικών ονοματολογιών οι οποίες όποτε υπήρξαν αποτελούσαν εργαλεία αξιώσεων ισχύος.
Υπό τις παρούσες λοιπόν συνθήκες όταν, έχοντας βασικά για πρώτη φορά εισέλθει στην μετά-αποικιακή εποχή, περί τα πέντε δισεκατομμύρια άνθρωποι διακοσίων κοινωνιών Ανατολικά, Νότια και Βόρεια κοχλάζουν πολιτικά τα ζητήματα που τίθενται είναι άλλα.
Είναι ζητήματα σωστής δημοκρατικής φοράς κίνησης σύμφωνα με την κοινωνική ετερότητα κάθε κοινωνίας και ζητήματα διεθνούς οργάνωσης που θα πρέπει στον πολυκύμαντο επερχόμενο πολυπολικό κόσμο να έχει στραμμένο το βλέμμα προς ένα πανάρχαιο Θουκυδειο αξίωμα: Σταθερότητα σημαίνει ισορροπία. Η διεθνής πολιτική, βασικά, ήταν και θα συνεχίσει να είναι μια εναλλαγή ισορροπίας-σταθερότητας και ανισορροπίας-αστάθειας. Κάποια χρυσή συνταγή για θεραπεία αυτών των εναλλαγών δεν υπήρξε ακόμη και οτιδήποτε λέγεται ή πράττεται που δεν το λαμβάνει υπόψη είναι πηγή αβάστακτων κακουχιών.
Μπορούμε να προσθέσουμε και το εξής βαθύτατα σημαντικό: Ότι ακόμη και οι καλύτερες των προθέσεων στην Δύση και στη Αναστολή για μια νεοτερική ανάπτυξη στηριγμένη στις κύριες μη διεθνιστικές φιλελεύθερες παραδοχές (στις οποίες θα μπορούσαν να προστεθούν με θετικό τρόπο και πολλές μη διεθνιστικές μαρξιστικές παραδοχές) δεν βοηθούν πολύ την κατάσταση.
Μια κατάσταση όπου ο Δαρβινισμός πήρε το πάνω χέρι και μάλιστα όχι κάποιων «Άρειων» ή «Σπαρτιατών» αλλά ο Δαρβινισμός των τζογαδόρων οι οποίοι ευέλικτα άρπαξαν τα νήματα της άσκησης εξουσίας στα Δυτικά κυρίως κράτη. Εξουσίας η οποία πλέον μετατράπηκε σε στυγνό δεσποτικό εργαλείο μιας τεχνόσφαιρας παντελώς κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων τεχνοκρατών που συνεπικουρούν κάποιοι αξιοθρήνητοι πολιτικάντηδες, οι Τσολάκογλου κάθε εξουσίας. Πολιτικάντηδες οι οποίοι μπορεί και να ονομάζονται … φιλελεύθεροι ή και μαρξιστές και να τους συνεπικουρεί ένας όχλος που θα μουρμουρίζουν τις ίδιες παρωχημένες ονοματολογίες.
Αυτά δεν είναι υποκειμενικές θέσεις αλλά καθημερινά πασίδηλες και όποιος δεν τις βλέπει είναι είτε θεόστραβος είτε υπηρέτης. Αντίρρηση σε αυτά μπορεί να υπάρξει μόνο στην βάση μιας ειλικρινούς και επιστημονικά συνεπούς παραδοχής του Δαρβινισμού, δηλαδή  του φασισμού, δηλαδή προ-πολιτικών παραδοχών, δηλαδή κολοσσιαίας οπισθοδρόμησης του πολιτικού πολιτισμού, δηλαδή αποδοχή και παραδοχή μαζί της βαρβαρότητας στο όνομα του … φιλελευθερισμού. Για τους καλόπιστους βέβαια η αγαθότητά τους φτάνει τα όρια της γελοιότητας όταν παρασύρονται υποστηρίζοντας τον φασισμό της τεχνόσφαιρας στην Ευρώπη και κυρίως σε κράτη του νότου επικαλούμενοι τον … φιλελευθερισμό.

Υστερόγραφο. Μερικά στοιχεία για την διαδρομή των μοντερνιστικών ιδεολογικών ρευμάτων, τις πηγές τους και τις αντιφάσεις τους
Η δική μου θέση για τα ιδεολογικά δόγματα είναι καταγεγραμμένη σε εκατοντάδες σελίδες στο δε κεφάλαιο 4 του «Κοσμοθεωρία των Εθνών» υποστήριξα ότι η κατασκευαστική ιδεολογική προσέγγιση της πολιτικής είναι μια παρωχημένη προσέγγιση της κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης. «Ιστορικό ατύχημα» χαρακτήρισα την έλευση των ιδεολογικών δογμάτων απόρροια μιας κατά κάποιο τρόπο ατυχούς άγνοιας της Αριστοτελικής. Το αποτέλεσμα είναι το μεγαλύτερο ίσως πολιτικό και στοχαστικό ατύχημα καθότι παρά τις συχνά πολύ καλές προθέσεις της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού γέμισε την διαδρομή των Νέων Χρόνων μεγάλα νεκροταφεία.
Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά εδάφια από το «Κοσμοθεωρία των Εθνών»:
«Οι πρώτοι νεοτερικοί φιλόσοφοι αμφισβήτησαν τις ουσίες και τα νοήματα στην κλίμακα των φυσικών/μεταφυσικών και τον τρό­πο που αυτά σύμφωνα με την κλασική πολιτική σκέψη αφορούν τη γνώση, την πίστη και τις πολιτικές ιεραρχίες. Αμφισβητώντας ευθέως την Αριστοτελική οντολογική ιεραρχία ο αρχικός σκοπός των μοντερνιστών στοχαστών ήταν το έμμεσο ροκάνισμα της γνωστικής ενότητας της (θεοκεντρικής και συχνά θεοκρατικής) μεσαιωνικής θεολογικής μεταφυσικής.170 Ο Αριστοτέλης, όμως, ήταν λάθος στόχος. Η πολιτική ελευθερία των Ευρωπαίων δεν κιν­δύνευε από την κοινωνιοκεντρική και ανθρωποκεντρική Αριστο­τελική νοηματοδότηση της πολιτικής, αλλά από τη θεοκρατία. Ακριβολογούμε αν πούμε ότι οι μοντερνιστικές υλιστικές ιδεολογίες είναι εκτρωματικά επινοήματα μιας εξαρχής άνισης αναμέτρησης, ανάμεσα στον ανυπέρβλητο Αριστοτελικό στο­χασμό και στους αντιθεοκρατικούς φιλοσόφους, με αποτέλε­σμα οι τελευταίοι να τροχοδρομήσουν το μοντερνισμό προς την ιδεολογία, τον υλισμό, τη φυσιοκρατία, τον κατεξουσιασμό και τον δεσποτισμό. Αυτό μπορούμε να το πούμε και διαφορετικά: Έσφαλλαν οι αρχικοί νεοτερικοί φιλόσοφοι και μάλιστα αυ­τοκτονικά. Έσφαλλαν, γιατί είναι ένα πράγμα η θεοκρατία και άλλο (βασικά το αντίθετο) η κοινωνιοκεντρική Αριστοτελική νοηματοδότηση της ζωής.
Αντί λοιπόν να πολεμήσουν τη θεοκρατία με τα όπλα του Αριστοτελισμού ατύχησαν, γιατί βάλθηκαν να καταπολεμούν τον Αριστοτελισμό νομίζοντας πως έτσι κτυπούν τη θεοκρα­τία. Κατέληξαν να νομίζουν ότι «σκότωσαν τον Θεό» ενώ στην πραγματικότητα αυτοπαγιδεύτηκαν σε μια πορεία εξόντωσης του πνεύματος του ανθρώπου πρώτα στη δημόσια σφαίρα (ο μο­ντερνισμός) και στη συνέχεια στην ιδιωτική σφαίρα (ο μεταμο­ντερνισμός).
Στην αστική φάση και στον βαθμό που εξυπηρετούσε τις αστι­κές και ταξικές ιεραρχίες, η θρησκεία και το πνεύμα δεν εξοστρα­κίστηκαν πλήρως, παρά μόνο επιστρατεύονταν στην εξυπηρέτηση των αστικών δομών και ιεραρχιών του αστικού κράτους το οποίο, εν πολλοίς, διαιώνισε τις μεσαιωνικές ανισότητες. Ταυτόχρονα, υπενθυμίζεται ότι το μεταμεσαιωνικό κράτος λόγω δουλοπαροι­κίας χαρακτηριζόταν από εξαιρετικά μεγάλη ανθρωπολογική δια­φοροποίηση. Αυτό το γεγονός κατέστη μοιραίο για εκατομμύρια Ευρωπαίους, όταν στην αστικοφιλελεύθερη φάση η ενδυνάμωση των εθνοσοβινιστικών νοηματοδοτήσεων της κρατικής οντότη­τας οδήγησε σε βίαιες ανθρωπολογικές εξομοιώσεις.» («Κοσμοθεωρία των Εθνών» σ. 185-6) – δεν παρατίθενται οι υποσημειώσεις.
Επίσης:
«Όλες αυτές οι εκτρωματικές πολιτικές σκέψεις γεννιούνται λόγω αντιαριστοτελικής υλιστικής ιδεολογικής εμμονής, η οποία αρνείται τα πνευματικά στον δημόσιο βίο και απορρίπτει προ­γραμματικά τη συναρτημένη με τον Αριστοτελισμό κοινωνιοκε­ντρική διαμόρφωση των ανθρωπολογικών προϋποθέσεων. Η Αρι­στοτελική νοηματοδότηση συμπεριλαμβάνει και τον μεταφυσικό κόσμο των ανθρώπων, στο πλαίσιο μιας κατά την εκτίμησή μας μοναδικής αρμονίας και αδιατάρακτης συμμετρικότητας πνευμα­τικών και αισθητών, ζήτημα ως προς το οποίο θα επανέλθουμε.
Ακόμη πιο σημαντικό για τη συζήτησή μας εδώ, η Αριστοτε­λική κίνηση και η διαλεκτική σχέση του «ακίνητου και άφθαρ­του» με τα «κινούμενα και φθαρτά» σκοπό είχε την αντίκρουση του υλισμού και τη διασφάλιση του πνευματικού κόσμου των ανθρώπων στον πολιτικό τους βίο.139 Αντίθετα, η νεοτερική οντολογική αναβάθμιση της φύσης και της ύλης είχε ως άδηλο ή δηλωμένο σκοπό να πληγεί όχι μόνο η επουράνια θεότητα αλλά και κάθε ανθρώπινη πνευματική ενατένιση πέραν της ύλης.
Η μεταμοντέρνα κατάληξη σε μία επίπεδη ανθρωπολογία ωφε­λιμιστών, ατομιστών και ηδονιστών έχει, λοιπόν, συγκεκριμένες αφετηρίες και μία γνωστή και ήδη τραυματικά δοκιμασμένη υλιστική διαδρομή. Σχηματικά σημειώνουμε ξανά ότι αρχικά τον 15ο και 16ο αιώνα ντροπαλά και φοβισμένα αντιπαρατάχθηκαν στη θεοκρατία. Βασικά, επί πολλούς αιώνες οι αντιθρησκευτι­κές, αντιμεταφυσικές και κρυπτοϋλιστικές παραδοχές εκκολά­πτονταν περισσότερο με υπονοούμενα και λιγότερο ρητά και εμπεριστατωμένα.140 Για να το πούμε διαφορετικά, αφετηριακά είχαμε κρυπτοϋλιστικούς ψιθύρους και μουρμουρητά, που σιγά σιγά εξελίχθηκαν σε αντιθεολογικά και αντιθρησκευτικά συνθή­ματα και την ύστερη εποχή σε μεταμοντέρνες αντιπνευματικές κραυγές. Ίσαμε τη λογική τους κατάληξη σημαίνει ότι η δημόσια σφαίρα πρέπει να είναι αμιγώς υλιστική. Για τη μοντέρνα και τη μεταμοντέρνα σκέψη το ανθρώπινο πνεύμα, είναι ανορθολογικό και αστάθμητο και αν αφεθεί να παρεμβαίνει σε ένα ανομοιογενές ανθρωπολογικό περιβάλλον διαταράσσει τις εξωπολιτικά εμπνευσμένες κανονιστικές ρυθ­μίσεις και παρεμποδίζει την εσχάτη επιδίωξη μιας διεθνιστικής-υλιστικής παγκόσμιας ενότητας.» («Κοσμοθεωρία των Εθνών» σ. 163-4) – δεν παρατίθενται οι υποσημειώσεις.
Π. Ήφαιστος – P. Ifestos  

Σχόλια